Tuesday 3 April 2012

Ανοιξιάτικες αποχρώσεις στο φαράγγι του Βίκου

Kατηφορίζοντας το λιθόστρωτο μονοπάτι από την είσοδο του χωριού Βίκος, ανυπομονούσα να προσεγγίσω τις όχθες του ποταμού, που διακρινόταν ανάμεσα στην πυκνή βλάστηση και, όπως πίστευα, διέτρεχε ολόκληρο το φαράγγι.

Το θέαμα που αντίκρισα φτάνοντας στο εσωτερικό της χαράδρας, ήταν ακόμα πιο εντυπωσιακό: στα δεξιά μας, ούτε ίχνος νερού δεν έρρεε ανάμεσα στις λείες κατάλευκες πέτρες, όμως στα αριστερά η στεγνή κοίτη έδινε τη θέση της σε έναν ορμητικό χείμαρρο, ο οποίος έμοιαζε να αναβλύζει από τη γη.

Αργότερα, έμαθα πως πρόκειται για δύο ποτάμια, το ένα εκ των οποίων σχηματίζεται από χιόνι, που λιώνει στα γύρω βουνά - αν και, σύμφωνα με ένα ζευγάρι πεζοπόρων, που συναντήσαμε στη διαδρομή, η πλήρης απουσία νερού μέσα στην άνοιξη δεν μπορεί παρά να οφείλεται σε κάποιου είδους ανθρώπινη παρέμβαση. Ακριβώς κάτω από το χωριό Βίκος, το ρέμα συναντά τις κύριες πηγές του ποταμού Βοϊδομάτη με τα κρυστάλλινα νερά, η θερμοκρασία των οποίων δεν ξεπερνά τους εννέα βαθμούς καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.

Το φαράγγι φημίζεται για τις αποχρώσεις που παίρνουν οι φυλλωσιές των δέντρων το φθινόπωρο. Την άνοιξη όμως η εικόνα της Φύσης, που αναγενάται, είναι εξίσου καθηλωτική: η βλάστηση οργιάζει, αποκαλύπτοντας όλες τις πιθανές διαβαθμίσεις του πράσινου, τα νεαρά φύλλα των δέντρων γυαλίζουν στο φως του ήλιου και τα ανθισμένα αγριολούλουδα προσελκύουν σμήνη πολύχρωμων εντόμων.

Περπατήσαμε για περίπου τρεις ώρες ακολουθώντας το καλά σηματοδοτημένο μονοπάτι στα δεξιά της ξερής κοίτης, διασχίζοντας καταπράσινα δάση και ηλιόλουστα ξέφωτα, παρατηρώντας τις απόκρημνες πλαγιές και τους παράξενους ασβεστολιθικούς σχηματισμούς -ηλικίας δεκάδων εκατομμυρίων χρόνων- και τρομοκρατώντας σαύρες, βατράχια, πουλιά και άλλα είδη της τοπικής πανίδας.

Κάθε τόσο διασταυρωνόμασταν με άλλους περιπατητές, που συνομιλούσαν μεταξύ τους σε διάφορες γλώσσες. Το φαράγγι, όπως και οι γύρω βουνοκορφές, αποτελούν ιδιαίτερα δημοφιλείς προορισμούς για φυσιολάτρες από όλη την Ευρώπη, και όχι μόνο. Αντίθετα, οι περισσότεροι Ελληνες επισκέπτες που συναντήσαμε στην περιοχή αρκούνταν στο να θαυμάζουν τη θέα από ψηλά πριν κατευθυνθούν προς τις τοπικές ταβέρνες.

Μετά από περίπου δέκα χιλιόμετρα, το φαράγγι χωρίζεται στα δύο. Το δεξί τμήμα του ονομάζεται Βικάκι και εκτείνεται μέχρι το χωριό Μονοδέντρι, ενώ το αριστερό οδηγεί στις πλαγιές της Τύμφης, στις οποίες είχαμε περιπλανηθεί την προηγούμενη μέρα. Λίγο πριν από την ψηλότερη κορυφή του βουνού, την Γκαμήλα, και σε 2.000 υψόμετρο βρίσκεται η περίφημη Δρακόλιμνη - η πιο γνωστή από τις αλπικές λίμνες της Τύμφης και καταφύγιο του σπάνιου, μικροσκοπικού αλπικού τρίτωνα.

Στα τέλη Απριλίου, ο πάγος είχε αρχίσει να λιώνει, όμως τόσο η λίμνη όσο και οι επιβλητικές κορυφές που την περιβάλλουν, ήταν ακόμα ντυμένες στα λευκά. Στην απέναντι πλαγιά, είχαμε την τύχη να διακρίνουμε τις πατημασιές μιας από τις λιγοστές αρκούδες, που εξακολουθούν να βρίσκουν καταφύγιο στην οροσειρά της Πίνδου, αψηφώντας τις απειλές της λαθροθηρίας, της Εγνατίας Οδού και των ολοένα αυξανόμενων ορεινών δρόμων.

Καθώς είχαμε αφήσει το αυτοκίνητο στην αρχή της διαδρομής, πήραμε απρόθυμα τον δρόμο του γυρισμού αντί να διασχίσουμε ολόκληρο το φαράγγι ώς το Μονοδέντρι. Στις πηγές του Βοϊδομάτη, σταματήσαμε ξανά για να επιχειρήσουμε μία -ολιγόλεπτη, εξαιτίας του ψύχους- βουτιά στα πεντακάθαρα νερά του ποταμού και τελικά επιστρέψαμε στο χωριό με μία αθέλητη παράκαμψη, που μας οδήγησε στο μικρό εκκλησάκι της Παναγίας του Βίκου.

Ηταν ανήμερα το Μεγάλο Σάββατο, και η Ανάσταση με βρήκε κάπου στην Εθνική Οδό, εξαντλημένη όχι όμως και ενοχλημένη επειδή δεν έφτασα έγκαιρα στην Αθήνα - είχα πειστεί ότι η πραγματική «γιορτή» δεν συνέβαινε στους δρόμους της πόλης, αλλά στο μαγικό τοπίο που είχα αφήσει πίσω μου.  

Kείμενο: Χριστίνα Σανούδου 
Φωτογραφίες: Πάνος Μπαμπαλούκας 
ΠΗΓΗ: http://news.kathimerini.gr/

No comments:

Post a Comment