Sunday 29 May 2011

Όταν τα σχολεία γίνονται μουσεία...

Εκεί που κάποτε ηχούσαν παιδικές φωνές, τώρα ακούγεται ένας απόκοσμος θρήνος. Σκοπός του νέου Μουσείου Τσόκλη, στο παλιό δημοτικό σχολείο του Κάμπου στην Τήνο, δεν είναι βέβαια να καταθλίψει τους επισκέπτες, ούτε να τους θυμίσει πως η μέση ηλικία του ντόπιου πληθυσμού ακολουθεί σταδιακά ανοδική πορεία.

Ωστόσο, η «Απρονοησία του Προμηθέα» -η πρόσφατη, υποβλητική εγκατάσταση του γνωστού εικαστικού- κατορθώνει να διεισδύσει στα ενδότερα της σκέψης ακόμα και των πεισματικά αισιόδοξων, θέτοντας βαθιά αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με τη φύση του ανθρώπου και το μέλλον της ανθρωπότητας. Ενα σύμπλεγμα από ζωγραφική, βίντεο και μεγάλους καθρέφτες, το έργο δημιουργεί την εντύπωση ότι ολόκληρη η αίθουσα φλέγεται και όσοι εισέρχονται βρίσκονται εν μέσω μιας πυρκαγιάς, ενώ ο ήχος κλάματος στο βάθος είναι σχεδόν ανατριχιαστικό.

Εμφανώς επηρεασμένη από την αγριότητα των καιρών μας, αλλά και από γεγονότα του πρόσφατου παρελθόντος, όπως οι πυρκαγιές του 2007, η εγκατάσταση αναδεικνύει τη διττή φύση της φωτιάς «που ζεσταίνει και γοητεύει αλλά ταυτόχρονα μπορεί να φέρει την καταστροφή», εξηγεί η καλλιτεχνική σύμβουλος του Μουσείου, Ευρυδίκη Τρισόν-Μιλσανή.

«Ο Τσόκλης είναι ένας καλλιτέχνης που θέλει να εντυπωσιάζει, θέλει να συγκινεί. Και χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να το επιτύχει», προσθέτει. Οι σταυροί στους τοίχους μπορεί να συμβολίζουν «τον θάνατο, τον πόλεμο ή και τη σταύρωση της ίδιας της δημιουργικής διαδικασίας», όμως το έργο παραμένει ανοιχτό προς ερμηνεία, κι αυτό που υπερισχύει τελικά είναι το συναίσθημα, όχι οι λογικές ερμηνείες.

O ίδιος ο δημιουργός, πάντως, αρνείται να αναλάβει τον ρόλο του κριτή -ή του επικριτή- των κοινωνικών εξελίξεων. Οι καλλιτέχνες «δεν θα γίνουν ποτέ μαριονέτες, ούτε θα ικανοποιήσουν τις φαντασιώσεις όσων τόσο καιρό μας αγνοούσαν», τονίζει εμφατικά. «Οι καλλιτέχνες είμαστε παρατηρητές. Δεν κρίνουμε. Και τα καλά και τα κακά είναι εξίσου ενδιαφέροντα για μας».

Το κλίμα είναι σαφώς λιγότερο βαρύ στην πρώτη αίθουσα του Μουσείου, όπου κυριαρχεί η σειρά πολύχρωμων πορτρέτων των φίλων του Τσόκλη σε φυσικό μέγεθος, με τίτλο «Οι Αγιοι Φίλοι μου». Εν τούτοις, και εδώ υπάρχει μια αδιόρατη υπενθύμιση της ανθρώπινης θνητότητας, αφού πολλοί από τους απεικονιζόμενους έχουν πια φύγει από τη ζωή. «Είμαι σχεδόν ο μόνος εν ζωή καλλιτέχνης της γενιάς του ’60», αναγνωρίζει ο εικαστικός. «Υπήρξαμε κι εμείς ανάμεσα στις διεθνείς πρωτοπορίες», συνεχίζει, διευκρινίζοντας ότι κύριος στόχος του Μουσείου είναι «να αποκατασταθεί μια αλήθεια» σχετικά με την αξία αυτής της εικαστικής γενιάς, η οποία «δεν έχει γίνει ακόμα κατανοητή».
Δίπλα στην είσοδο του λιτού, αλλά κομψού οικοδομήματος, που επεκτάθηκε και διαμορφώθηκε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Μάνου Περράκη, δεσπόζει ο Αγιος Γεώργιος, απαθανατισμένος τη στιγμή που καμακώνει έναν αστραφτερό μεταλλικό δράκο. Το Μουσείο διαθέτει ήδη μια μόνιμη συλλογή 45 έργων -δωρεά του Κώστα Τσόκλη στον τόπο που πλέον θεωρεί δεύτερη πατρίδα του- και είναι αποτέλεσμα μιας πρωτοβουλίας του δημάρχου Τήνου, Παναγιώτη Κροντηρά, ο οποίος φιλοδοξεί να μετατρέψει όλα τα άδεια σχολεία του νησιού σε χώρους πολιτισμού και δημιουργίας. «Τα σχολεία κλείνουν, και δεν αντέχουμε να τα βλέπουμε κλειστά», υπογραμμίζει.

Στο άμεσο μέλλον αναμένεται να ολοκληρωθούν τα Μουσεία Τηνιακής Φωτογραφίας και Γελοιογραφίας στα σχολεία Αγάπης και Φαλατάδου, τα οποία έρχονται να προστεθούν στο σύνολο 15 περίπου μικρών και μεσαίου μεγέθους Μουσείων του νησιού - ανάμεσά τους, τα Μουσεία Γιαννούλη Χαλεπά, Τηνίων Καλλιτεχνών, Μαρμαροτεχνίας και Αγγειοπλαστικής, καθώς και το Αρχαιολογικό Μουσείο Τήνου.

Κατά μία έννοια, τα ολοένα αυξανόμενα πολιτιστικά ιδρύματα αναβαθμίζουν την ποιότητα ζωής όσων μένουν μόνιμα στο νησί και συμβάλλουν στην πληρέστερη εκπαίδευση των λιγοστών εναπομείναντων μαθητών. Το Μουσείο Τσόκλη, για παράδειγμα, διοργανώνει πλήθος εκπαιδευτικών εργαστηρίων και άλλων παράλληλων δράσεων, ενώ άνοιξε ήδη τις πύλες του σε 60 εκπαιδευτικούς της Τήνου με στόχο να τους μυήσει στα μυστικά της σωστής καλλιτεχνικής διαπαιδαγώγησης. Οταν, όμως, τα παιδιά του νησιού επιστρέψουν ξανά στα θρανία, το ίδρυμα θα ετοιμάζεται να κλείσει και θα παραμείνει κλειστό για ολόκληρη τη σχολική χρονιά.

Η λειτουργία δώδεκα μήνες τον χρόνο δεν είναι βιώσιμη επιλογή για τα περισσότερα δημοτικά ή δημόσια τοπικά μουσεία, δεδομένου ότι απευθύνονται κυρίως στους παραθεριστές και άρα έχουν έσοδα μόνο το καλοκαίρι. Χαρακτηριστικά, οι πόροι για τη συντήρηση του Μουσείου Τσόκλη θα προέρχονται από το ομώνυμο δημοτικό ίδρυμα και από την ίδια την οικογένεια Τσόκλη, η οποία επωμίστηκε και μέρους του κόστους ανέγερσης του κτιρίου. «Το συνολικό κόστος έχει μέχρι στιγμής ξεπεράσει τα 750.000 ευρώ. Από αυτά, τα 350.000 προήλθαν από το πρόγραμμα Θησέας», αναφέρει ο δήμαρχος.

Αν όμως τα τοπικά μουσεία ανοίγουν μόνο τρεις μήνες τον χρόνο, τότε ο πραγματικός λόγος της ύπαρξής τους δεν είναι η παροχή ποιοτικών διεξόδων αναψυχής στους κατοίκους της περιφέρειας, αλλά η προσέλκυση επισκεπτών από το εξωτερικό και τις ελληνικές μεγαλουπόλεις. Μέχρι στιγμής, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να έχει αποτέλεσμα στη χώρα μας, όπου από τη δεκαετία του 1970 παρατηρείται μια ραγδαία αύξηση στον αριθμό των τοπικών μουσείων.

«Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους τουριστικούς προορισμούς, αξίζει να σημειωθεί ότι η εικόνα της προς τις αγορές τουρισμού είναι αποπροσανατολισμένη από το πολιτιστικό της περιεχόμενο και εστιασμένη στο φυσικό της πλούτο, τις παραλίες και τα νησιά της», αναφέρεται στο πόρισμα της έρευνας, που πραγματοποίησε επιστημονική ομάδα από το ΤΕΙ Αθήνας και το Πανεπιστήμιο Αθηνών σε 51 περιφερειακά μουσεία της χώρας το 2006.

«Παρά λοιπόν την αυξητική κίνηση του τουρισμού στη χώρα μας την τελευταία δεκαετία, η κίνηση σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους δεν παρουσιάζει τις ίδιες τάσεις, γεγονός που αποδεικνύεται τόσο από τις εισπράξεις των μουσείων όσο και τον αριθμό επισκεπτών σε αυτά τα τελευταία έτη».

Όλα αυτά βέβαια δεν επηρεάζουν την εμπειρία του επισκέπτη στο Μουσείο Τσόκλη ούτε μειώνουν την αξία των έργων, που φέρουν την υπογραφή ενός από τους σημαντικότερους εν ζωή Ελληνες καλλιτέχνες. Μόνο έπαινοι αρμόζουν σε μια δημοτική αρχή που επιλέγει να μετατρέψει τα άδεια σχολεία σε κέντρα πολιτισμού, και όχι σε τουριστικές μονάδες. Ωστόσο, αυτό που πραγματικά θα ισοδυναμεί με πνοή φρέσκου αέρα για το νησί θα είναι να ακουστούν ξανά φωνές παιδιών στις έρημες σχολικές αίθουσες.

Κείμενο: Χριστίνα Σανούδου

Saturday 14 May 2011

Βηρυτός: Μια πόλη γεμάτη αντιθέσεις

Κατακτήθηκε αμέτρητες φορές στο πέρασμα των αιώνων, μεσουράνησε πρόσφατα ως «Παρίσι της Μέσης Ανατολής», χωρίστηκε για χρόνια στα δύο εν μέσω βίαιων συγκρούσεων: Με εμφανή τα σημάδια του ένδοξου και αιματοβαμμένου παρελθόντος της, η σύγχρονη Βηρυτός άλλοτε εκπλήσσει ευχάριστα τον επισκέπτη χάρη στη ζωντάνια και την ικανότητα της να αναγεννάται από τις στάχτες της, και άλλοτε θυμίζει βόμβα που αναμένεται να εκραγεί από στιγμή σε στιγμή- σίγουρα πάντως, δεν είναι ποτέ βαρετή.

Μια πόλη γεμάτη ένταση και αντιθέσεις, η πρωτεύουσα του Λιβάνου είναι ίσως ένα από τα ελάχιστα μέρη στον κόσμο όπου συνυπάρχουν αρμονικά η ελευθεριότητα με το συντηρητισμό, η Ανατολή με τη Δύση, η φτώχεια με τον πλούτο, το γκλαμουρ με την παρακμή. Στους πολύβουους δρόμους του κέντρου της- γνωστού και ως Downtown- μαντηλοφορεμένες κοπέλες κουβεντιάζουν ανέμελα με συνομήλικες τους σε αέρινα, μίνι φορέματα. Το σούρουπο, οι καμπάνες του καθεδρικού του Αγίου Γεωργίου ηχούν σχεδόν ταυτόχρονα με το κάλεσμα του μουεζινη από το γειτονικό τζαμί Mohammed Al-Amin. Το καλοκαίρι, οι φτωχότεροι κάτοικοι της πόλης μπαίνουν με τα ρούχα στα- μολυσμένα- νερά της θάλασσας, ενώ λίγα μέτρα πιο πέρα μαυρισμένες γυναίκες με μπικίνι λιάζονται στα πανάκριβα beach club.


Τα εμπορικά κέντρα της περιοχής διαθέτουν Ευρωπαϊκές και Αμερικάνικες μάρκες που δεν έχουν ακόμα εμφανιστεί στην Ελλάδα, ενώ το πλήρως ανακαινισμένο Saifi Village δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από το Κολωνάκι. Το Αμερικάνικο πανεπιστήμιο στη Hamra είναι μια όαση πρασίνου με επιβλητικά κτίρια και θέα θάλασσα. Στα γύρω μπαρ, οι φοιτητές πίνουν μπύρες συζητώντας στα αγγλικά ή φεύγουν οδηγώντας με ιλιγγιώδη ταχύτητα τα ακριβά αυτοκίνητα τους.

Ωστόσο, τα ερειπωμένα κτίρια, οι τρύπες από σφαίρες στους τοίχους των πολυκατοικιών, και η συνεχής παρουσία στρατιωτών- αλλά και τανκς- στους δρόμους, συνιστά μια διαρκή υπενθύμιση ότι η φαινομενικά ειρηνική συνύπαρξη είναι εντελώς προσωρινή. Ίσως αυτός είναι ο λόγος που ακόμα και οι ευκατάστατοι οι κάτοικοι της πόλης ζουν σαν να μην υπάρχει αύριο, ξενυχτώντας κάθε βράδυ και αδιαφορώντας για το αν η πόλη τους δεν διαθέτει πεζοδρόμια, μέσα συγκοινωνίας ή ακόμα και παιδικές χαρές.

Κείμενο: Χριστίνα Σανούδου
Φωτογραφίες: Πάνος Μπαμπαλούκας

Tuesday 3 May 2011

Φαράγγι Σαμαριάς

Το φαράγγι της Σαμαριάς βρίσκεται στο νομό Χανίων στην δυτική Κρήτη. Με μήκος 16 χιλιόμετρα, συμπεριλαμβάνεται στα μεγαλύτερα της Ευρώπης. Η φυσική ομορφιά αλλά και η φήμη του προσελκύουν κάθε χρόνο χιλιάδες επισκέπτες. Στην ευρύτερη περιοχή βρίσκουν καταφύγιο 32 είδη θηλαστικών, 3 είδη αμφιβίων, 11 είδη ερπετών και 200 περίπου είδη ορνιθοπανίδας.

Γνωστότερο είδος είναι ο κρητικός αίγαγρος ο οποίος αριθμεί χιλιάδες άτομα στα Λευκά Όρη με πολλά από αυτά να βρίσκονται μέσα στο φαράγγι. Ζει σε απότομες πλαγιές ενώ συχνά εμφανίζεται στο χωριό Σαμαριά το οποίο βρίσκεται περίπου στη μέση του φαραγγιού. Οι κλίσεις που μπορεί να ανέβει ένας αίγαγρος αλλά και η ταχύτητα κίνησης του στα βράχια εντυπωσιάζει.

Άλλο ένα σπάνιο είδος θηλαστικού είναι ο αγριόγατος. Μέχρι το 1996 θεωρούταν εξαφανισμένο είδος, ωστόσο επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Perugia κατάφεραν να πιάσουν ένα ζωντανό και να το μελετήσουν. Από τα πιο χαρακτηριστικά πτηνά της περιοχής είναι ο γυπαετός. Με άνοιγμα φτερών περίπου 2,80 μ. κάνει αισθητή την παρουσία του στον κρητικό ουρανό. Το συγκεκριμένο πτηνό συναντάτε στα περισσότερα φαράγγια του νησιού. Ο γυπαετός τρέφεται με κόκαλα τα οποία ρίχνει από μεγάλο ύψος ώστε να σπάσουν μέχρι να μπορεί να τα καταπιεί.

Για να δει κανείς από κοντά τα συγκεκριμένα πτηνά πρέπει να διαθέτει κιάλια και να ανέβει αρκετά ψηλά και να έχει και κιάλια. Αυτό βέβαια γίνεται μόνο στην αρχή το φαραγγιού από την πλευρά του οροπεδίου του Ομαλού. Μέσα στο φαράγγι είναι αρκετά δύσκολο να παρατηρηθεί με γυμνό μάτι.

Πλούσια είναι και η χλωρίδα της περιοχής. Στην περιοχή των Λευκών Όρεων υπάρχουν 25 ενδημικά είδη που συναντιούνται μόνο στην συγκεκριμένη περιοχή, καθώς και 97 ενδημικά είδη που συναντιούνται στην Κρήτη. Χαρακτηριστικά είναι και τα κυπαρίσσια που καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος του δάσους με τα μεγαλύτερα σε μέγεθος να βρίσκονται στην τοποθεσία Άγιος Νικόλαος.

Τα Λευκά Όρη αποτελούνται από ασβεστολιθικά πετρώματα, μάρμαρα και δολομίτες. Για να δημιουργηθούν τα σπήλαια και τα φαράγγια χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια και πολλές γεωλογικές αναταράξεις μέχρι να βγουν στην επιφάνεια της γης τα βράχια που βλέπουμε σήμερα. Ακόμη και σήμερα τα βουνά της Κρήτης συνεχίζουν να ψηλώνουν με αργό ρυθμό.


Περίπου στη μέση της διαδρομής υπάρχει το χωριό Σαμαριά. Σήμερα είναι ερειπωμένο και λειτουργεί ως σταθμός ξεκούρασης ενώ οι τελευταίοι κάτοικοι το εγκατέλειψαν γύρω στο 1962 όταν ανακηρύχθηκε Εθνικός Δρυμός.

Το χωριό πήρε το όνομα του από την εκκλησία Οσία Μαρία που βρίσκεται στο νότιο τμήμα του, όπως και το φαράγγι. Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν με την κτηνοτροφία ενώ υπήρχαν και πολλοί ξυλοκόποι.
Κείμενο, φωτογραφίες:Πάνος Μπαμπαλούκας